εφεκτικότητα

εφεκτικότητα
η
επιφυλακτικότητα, διστακτικότητα, αμφιταλάντευση, το αναποφάσιστο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < εφεκτικός. Η λ. στον λόγιο τ. εφεκτικότης μαρτυρείται από το 1852 στον Πέτρο Καλλιβούρση].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”